Η θεωρία του Μανδαρίνου
“Στα βάθη της Κίνας υπάρχει ένας μανδαρίνος πιο πλούσιος από τους βασιλιάδες όλους, για τους οποίους κάνει λόγο ο μύθος ή η ιστορία.
Εσύ δεν ξέρεις γι’ αυτόν τίποτα, ούτε το όνομά του ούτε τη θωριά του ούτε το μετάξι που ‘χει για φορεσιά του. Για να κληρονομήσεις τα αμέτρητα πλούτη του, αρκεί να χτυπήσεις ένα κουδούνι βαλμένο δίπλα σου, σε ένα βιβλίο επάνω.
Θα βγάλει μόνο ένα στεναγμό εδώ, στα σύνορα με τη Μογγολία. Και θα έχει μετατραπεί σε πτώμα, κι εσύ θα βρεις στα πόδια σου χρυσάφι πιο πολύ από όσο δύναται να ονειρευτεί φιλόδοξα ένας άπληστος.
Εσύ που με διαβάζεις και είσαι άνθρωπος θνητός… ΕΣΥ, θα το χτυπήσεις αυτό το κουδούνι;;;“
Παρόμοια ιστορία υπήρχε στη σειρά Twilight Zone . Spoiler alert : στο τέλος του επεισοδίου, και ενώ έχει πατήσει ο πρωταγωνιστής το κουμπί , έρχεται ο μυστηριώδης ξένος , που του είχε δώσει το κουμπί και του δίνει μια επιταγή με ένα μεγάλο ποσό , όπως του είχε υποσχεθεί , στην αρχή , δίνοντας του το κουμπί. Ο πρωταγωνιστής ρωτάει “και τι θα το κάνεις το κουμπί τώρα; “. Και ο μυστηριώδης ξένος απαντάει , θα το πάω σε άλλο έναν άνθρωπο , που δε σε γνωρίζει
Σε ένα βιβλίο του ο Καραγάτσης αναφέρεται σε μια παρόμοια περίπτωση….στον Δημητράκη, έναν επίσης πάμφτωχο υπάλληλο της ΚΔ’ εφορίας, που όταν μεταφέρεται στο τμήμα τεκμηρίων χάνει την γαλήνη του:
“Ο πλούτος κι οι γλυκύτατες συνέπειές του περνούσαν οκτώ ώρες την ημέρα, μπροστά από τα θαμπωμένα μάτια του”.
Κι ενώ φθονεί τον πλούτο, θέλει να είναι τίμιος. Στο διάλογο με τον επίσης υπάλληλο φίλο του Παυλάκη, που βλέπει αλλιώς τα πράγματα, έρχεται το επιχείρημα:
” – Αν σου έλεγαν, Δημητράκη μου, πως άμα πατήσεις αυτό εδώ το κουμπί, θα πεθάνει στην Κίνα ένας Μανταρίνος; Κι όλα τα πλούτη του θα τα κληρονομήσεις, δίχως να μαθευτεί πως εσύ τον σκότωσες; Τι θά ‘κανες; Θα το πατούσες το κουμπί;Ποτέ! Ποτέ! (…) Ο τίμιος είναι υπόλογος απέναντι στη συνείδησή του και μόνο (…)
– Ποτέ! Ποτέ! (…) Ο τίμιος είναι υπόλογος απέναντι στη συνείδησή του και μόνο (…)
Και ήταν τόσο υπέροχος όταν έλεγε αυτά τ’ ανώτερα λόγια, που ο Παυλάκης τον φασκέλωνε με οίκτο και συμπόνια”.
Όταν του δίνεται η ευκαιρία να απολαύσει τις χάρες της πλούσιας ζωής, ο Δημητράκης φέρεται πονηρά. Κάποιος προσπαθεί να τον δωροδοκήσει άτυπα με πλούσια γεύματα, γλέντια και την αγκαλιά μιας γοητευτικής κυρίας προκειμένω να αποφύγει τον έλεγχο για μια υπόθεση, που εσφαλμένα πιστεύει ότι την χειρίζεται ο Δημητράκης.
Εκείνος δεν αποκαλύπτει την πλάνη και ενδίδει στις απολαύσεις και τους έρωτες. Ως υπάλληλος δεν είναι επίορκος – αφού η υπόθεση ανήκει σε άλλο τμήμα – αλλά απέναντι στη συνείδησή του νιώθει ένοχος…
Ανεβαίνοντας με το ασανσέρ στο ρετιρέ της κυρίας, που στα πλαίσια του πλούσιου καλοπιάσματος τον έχει προσκαλέσει, ο Δημητράκης “δεν είχε κουράγιο να τραβήξει το δάχτυλο του από το πατημένο κουμπί.
Πόσοι Μανταρίνοι πεθαίνουν απόψε στην Κίνα; αναρωτήθηκε.
Μα τα κόκκινα χείλη της…του βούλωσαν το στόμα”.